Παρασκευή 6 Ιουλίου 2018

Ομορφιά …και που υπάρχει… … ουτοπικές (?) επιθυμίες )


Ομορφιά …και που υπάρχει…
… ουτοπικές (?) επιθυμίες )


«...θάλασσα μου και βουνό μου εσύ …
…τα λόγια και οι λέξεις δεν μπορούν να το εκφράσουν...αν έβλεπες μέσα θα καταλάβαινες..

Σεβόμαστε, αγαπάμε και δοξάζουμε την ομορφιά για δύο, κυρίως, λόγους.
Πρώτον, η ίδια δεν διστάζει να σπαταλάει τον εαυτό της και, δεύτερον, δεν είναι τυχαία.
Σαν την ποίηση, υπάρχει παντού, ακόμη και στην τέχνη της πολιτικής: την ομορφιά την κατακτάς, όπως και την ελευθερία, δεν είναι δώρο, χρειάζεται μέγας αγώνας, να την ανιχνεύσεις, να την εντοπίσεις, να την ψάξεις, να την καταλάβεις και, τέλος, να τη διαφυλάξεις από τους εχθρούς της (και είναι πολλοί, οι άτιμοι...).
Χρειάζεται να εσωτερικευτεί από πολλές γενιές ώστε να κληροδοτηθεί ως αξία και νόημα, οι δε κληρονόμοι οφείλουμε να είμαστε γενναίοι και ανοιχτοί, νοϊκώς τε και ψυχικώς.
Εδώ αρχίζουν τα δύσκολα, αφού ομονοήσαμε ότι καθένας είναι ξεχωριστός σε: εμφάνιση, αντιληπτικότητα, υποκειμενικότητα (εγώ, έτερος, εχθρός, φίλος και λοιπά).

Η ομορφιά δεν έχει νόμους και κανόνες, δεν έχει σχέση με την ηθική και τις θρησκείες (αν και δεν τις απαρνείται), ηφαίστειο ανενεργό και ενεργό ταυτοχρόνως, χορός αστεριών, μουσική ανέμων και τρικυμιών, θέατρο σωμάτων και ψυχών, αγάλματα αιμάσσοντα, βωμολοχίες, σκώμματα, σαρκαστικοί περιπαιγμοί .
Κι άλλα... κι άλλα.
Λουλούδια, δέντρα, φυτά, καρποί, χρώματα, χώματα... Τρύγοι, δάκρυα κλημάτων, ευφροσύνη μεταρσιωτική.

Όλα αυτά κληρονομούνται εφ’ όσον συμμετέχουμε στη διαμόρφωση του πολιτισμού και αφού οι πρόγονοι τα είδαν, τα ένιωσαν, τα κατάκτησαν.
Κατάκτησαν τους τρόπους με τους οποίους έσβηναν τη δίψα και την πείνα, που απέκρουαν τη φτώχεια, που κατόρθωσαν να αποκτήσουν κοινή γλώσσα και εθνική συνείδηση, που αντιστάθηκαν σε εισβολείς, που συγχώρεσαν δολοφόνους Έλληνες και δωσίλογους.
Μέσα σ’ αυτές τις κατακτήσεις ανθεί η ομορφιά, αρκεί το νόημά τους να μεταδοθεί, να απλωθεί, να κυριεύσει τους απογόνους.

Μιλώ προφανώς για την ελληνική ομορφιά, ούτε καν τη μεσογειακή …την ομορφιά που χορεύει .
Αυτό δεν περιορίζει την ομορφιά, δεν τη στενεύει, δεν την περιχαρακώνει, δεν τη φυλακίζει, αντιθέτως νομίζω την κάνει ακόμη πιο... όμορφη, απτή, ανάγλυφη, συγκινησιακή, δική μας, παρακαλώ.
Δεν χαρακτηρίζει, βεβαίως, όλους τους Έλληνες η λεπταισθησία, η ευαισθησία, η φινέτσα, το γούστο, μάλιστα την τρομώδη ανυπαρξία τους θα τη διαπιστώσετε παρακολουθώντας οποιαδήποτε εκπομπή με καλεσμένους στην τηλεόραση.
Φρίκη.
Εξακολουθούν, όμως, να διακρίνονται (τα χαρακτηριστικά της ομορφιάς) στις καθημερινές, κοινωνικές σχέσεις, σε ωραίες φιλικές συνάξεις και συζητήσεις, στα απέναντι χαμόγελα, στο αέρινα βαρύ βάδισμα, στη λιτή απλότητα, στο ανάλαφρο ντύσιμο, στον ρυθμό της ανάσας στα θλιμμένα, αμήχανα βλέμματα.. παντού.

Η αυτάρκεια γεννά την ομορφιά, όχι η φτώχεια.
Η πρώτη είναι προϊόν της συνύπαρξης πολλών συνειδήσεων, η δεύτερη έκτρωμα της εξουσίας.
Στην πρώτη ο εαυτός είναι παρών, στη δεύτερη είναι σκλάβος μιας εξαιρετικά ολέθριας, άνισης κοινωνικής σχέσης.

Για δες, όμως, η ομορφιά δεν ενδιαφέρει κανέναν εκτός αν είναι ωραία τοπία από θερινά ταξίδια ή αφορά τους κανακάρηδες και τις θυγατέρες.
Δεν εξηγούνται διαφορετικά τα τόσο ξινά πρόσωπα που βλέπουμε κάθε μέρα… αγέλαστα, αποκρουστικά σχεδόν, κατηφή, συνοφρυωμένα, κακά!
Περνούν δίπλα σου και νομίζεις ότι θέλουν να σε σφάξουν.
Τους χαμογελάς και ανταποδίδουν μ’ ένα στρυφνό, πελιδνό σήκωμα της μύτης.
Μπα!  σε καλό τους.
Λες καλημέρα ή καλησπέρα και ακούς ένα μούγκρισμα.
Τι διάολο, μισούν τον εαυτό τους;
Χλευάζουν τη στιγμή;
 Εχθρεύονται τη σάρκα και το αίμα;
Αρνούνται το γίγνεσθαι;
 Δεν θεωρούν χαμένη τη μέρα που δεν σκίρτησαν έστω μια φορά;
Νιώθουν πλήρεις και άρα υπεράνω όλων ή μήπως η ανικανότητά τους να ζήσουν χαρούμενοι τους πυργώνει στην ανέκφραστη προσωπίδα τους;
 Ήταν, πάντοτε, έτσι δύστροπη η επικοινωνία;

Θα πει κανείς: τι, επιτέλους, είναι η ομορφιά;
Ο καθένας δεν βαφτίζει όμορφο ό,τι γουστάρει;
 Ας είναι έτσι.
Για την ομορφιά της μέρας ο λόγος, του ήλιου, του ανέμου, των καρπών, των χεριών, των ματιών, ορέων και υδάτων, του γαλάζιου και του δροσερού της θάλασσας  και λοιπών συναφών με τη συμφωνία τη μελωδική των κυττάρων.
Εντάξει, η φτώχεια φέρνει γκρίνια και δυσθυμία, μίσος και μνησικακία, απογοήτευση και παραίτηση.

Όταν αδυνατείς οικονομικά για ποια ευθυμία να ακούσεις; Ποια χαρά και ποιο χαμόγελο; Και όμως.
Τότε είναι που πρέπει να στραφεί κάποιος στη χαρά, την άδολη, την υπαρξιακή, τη φυσική.
Διαφορετικά τελειώνει η ζωή (όλων).
Ουδείς πάει ασυνόδευτος στο μνήμα του.
Μερικοί χάνουν γνωστούς, φίλους, συγγενείς. Το κράτος απουσιάζει ούτως ή άλλως.

Λοιπόν στους φίλους, στις αγάπες, στους έρωτες, στο συνάνθρωπο  είναι η ομορφιά.
Αυτό είναι η ομορφιά: η φιλία, η αγάπη, ο έρωτας, η αλληλεγγύη, το νοιάζομαι   που είναι προϊόν συμπαντικών δονήσεων στις ανθρώπινες σχέσεις, που ανθεί έξω από λογοκρατικές αντιλήψεις, που σφυροκοπά αμείλικτα τη συμβατικότητα και το δήθεν, τον ολοκληρωτισμό• τρέχα γύρευε, ίσως, αλλά γιατί, παρακαλώ;
Ποιοι άλλοι κοινωνικοί δεσμοί αντιστέκονται;
Οικογένειες διαλύονται, συγγενείς απομακρύνονται, παντού ασχήμια και δυσφορία.
Αυτή είναι η ομορφιά που θα σώσει τον κόσμο σήμερα!
 Χθες ήταν κάτι άλλο ίσως, όπως το ίδιο και αύριο.

Σήμερα, όμως, πρέπει να νικηθεί η φτώχεια ώστε να εξαφανιστεί η σκοτεινή πλευρά (μύχιο) του ανθρώπου.
Να επινεύουμε ευκολότερα στο χαμόγελο, στο χάδι, στα υγρά βλέμματα.
Είναι τα προαπαιτούμενα του έρωτα, που κι αυτός ακμάζει ευκολότερα σε μια χαρούμενη, ελεύθερη κοινότητα, προπαντός αυτάρκη.
Μια κοινότητα που είναι σε θέση να γεννά μουσική, που ξέρει να χορεύει, να συνομιλεί, να σπαρταρά από την ηδονή της ομορφιάς, της ύπαρξης.
 Λοιπόν;

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου