Δευτέρα 5 Φεβρουαρίου 2018

Τρικυμισμένες και χαμηλωμένες ματιές, φουρτουνιασμένες ζωές, πνιγμένο μέλλον

Τρικυμισμένες και χαμηλωμένες ματιές, φουρτουνιασμένες ζωές, πνιγμένο μέλλον



Ο τόπος μας γέμισε ανθρώπους με θλιμμένα και χαμηλωμένα βλέμματα.
Τους συναντάς παντού: στον δρόμο, στα καταστήματα, στη δουλειά(όσοι έχουν).
Η πλειονότητα των ανθρώπων πια δεν γελάνε. Ούτε με την καρδιά τους, νομίζω, ούτε κατά συνθήκη. Τις περισσότερες φορές, ακόμη και όταν ακούνε ένα καλό ανέκδοτο, όταν βλέπουν μια ωραία κωμωδία, όταν τους συμβαίνει μια αστεία κατάσταση, δεν γελάνε. Μερικές φορές χαμογελούν, κάποτε ειλικρινά και κάποτε βεβιασμένα, από ευγένεια. Αλλά δεν κοιτάζουν τους άλλους στα μάτια.

Το βλέπεις και όταν βρίσκεσαι έξω για δουλειές, σε βόλτα, ή στην καφετέρια.
Οι περισσότεροι δεν μιλάνε, λες και κάποιος τους έχει κλέψει τη φωνή. Παλιότερα είχαμε το κουράγιο να πούμε φωναχτά τη γνώμη μας, ακόμη και να γελάσουμε να εκφραζόμαστε με τα πιο έντονα λόγια και χειρονομίες, μιλούσαμε δυνατά, γελούσαμε ή δακρύζαμε, και πάνω απ’ όλα κοιταζόμασταν στα μάτια. Και αλαφρώναμε.

Δεν κοιταζόμαστε στα μάτια πια. Κοιτάζουμε κάτω, κοιτάζουμε πλάγια, σχεδόν ποτέ ίσια μπροστά. Ακόμη και οι οδηγοί στον δρόμο, που ανταλλάσσουν συχνά-πυκνά ύβρεις για κάθε πιθανό ή απίθανο λόγο, ούτε αυτοί κοιτάζουν τον «αντίπαλό» τους. Νομίζω πως καταλαβαίνω πια γιατί: τα μάτια μας φέρουν μια τρικυμία που φοβόμαστε πως, αν καθρεφτιστεί κάπου, θα ξεσπάσει. Και τότε οι συνέπειες δεν ξέρουμε ποιες θα είναι.

Κουβαλάμε την αγωνία μας για την κάθε μέρα σαν ενοχή.
Σαν να μην επιτρέπεται να λυπηθούμε, να στενοχωρηθούμε και, ίσως, να επιβαρύνουμε τον διπλανό, που μπορεί ο συνεργάτης στη δουλειά, αλλά είναι και ο γονιός, ο γιός , ο φίλος, ο δικός μας άνθρωπος. Ωστόσο, και ο άλλος, που επίσης ρίχνει το βλέμμα μακριά, είναι σαν να προσπαθεί να προστατευθεί και ο ίδιος από την αγωνία των διπλανών: η δική του είναι εξίσου μεγάλη, εξίσου οδυνηρή, εξίσου αληθινή.

Δεν έχει χρόνο, ούτε χώρο για λίγη ακόμη. Ακόμη και όταν αποφασίζουμε να ανοιχτούμε, να πούμε πράγματα, δεν ακούμε, απλώς μονολογούμε. Οι περισσότερες συζητήσεις είναι συρραφές μονολόγων, χωρίς αρχή, μέση και τέλος. Μονόλογοι θλιμμένοι ή τρομακτικά θυμωμένοι.

Ένας λίγο προσεκτικός παρατηρητής, που αφήνει τις κεραίες του ανοιχτές, βάζοντας κατά μέρος τα δικά του προβλήματα, διαπιστώνει κάποτε πόση άφατη οργή ή λύπη μπορεί να κρύβει μια φαινομενικά γαλήνια συμπεριφορά ή ομιλία. 

Αν κατορθώσει να κοιτάξει στα μάτια τον συνομιλητή του, θα δει μια ελαφριά κοκκινίλα στην άκρη των βλεφάρων. Πίσω από αυτήν κρύβεται ένα βαθύ συναίσθημα: απογοήτευση, πόνος, ασθένεια, στενοχώρια, προσεκτικά συγκαλυμμένη οργή, φόβος. 
Μόνο τα μικρά, πολύ μικρά παιδιά εξαιρούνται από αυτό, για όσα –λίγα- χρόνια τα προστατεύει η αθωότητα τους.

Τι φταίει και ποιος;
Η απαντήσεις γνωστές …

Αυτή η ζωή που ζούμε είναι σκατοζωή , πνιγμένη με προβλήματα, ανεργία, φτώχεια, λογαριασμούς απλήρωτους, μιζέρια, φευγιό των παιδιών, αδιέξοδα …

Το μέλλον δεν φαίνεται να υπάρχει, μοιάζει βουνό και βάσανο, τρόμος!
Οι φίλοι κα σύντροφοι βολεύτηκαν, τους κατάπιε η εξουσία, μια χαψιά τελικά ήταν…
…και «τα καλύτερα παιδιά κουράστηκαν και γύρισαν στο σπίτι» και «Το ξημέρωμα αργεί και δεν βρίσκεται παρέα για ξενύχτι.» όπως άδει o Σαββόπουλος στο «Σαν ρεμπέτικο παλιό»…

Αυτή είναι απάντηση μου και «Όποιος αδελφός δε συμφωνεί/ας έρθει κι ας μου δώσει ένα φιλί.» όπως ξαναλέει ο Νιόνιος.

Και πως «οι τρικυμισμένες και χαμηλωμένες ματιές, οι φουρτουνιασμένες ζωές και το πνιγμένο μέλλον» να γίνουν άλλο 

Η ελληνική κοινωνία δονείται· σαστισμένη, συγχυσμένη, πανικοβλημένη.
Μέσα στην καταιγίδα,
αντί για χωρισμένες ανίσχυρες, φοβισμένες μονάδες, κλεισμένοι όλο και περισσότερο στους μικρούς εαυτούς μας απομακρυνόμενοι συνεχώς ο ένας από τον άλλο,
να γίνουμε ομάδες, να βλέπουμε τον διπλανό μας όχι ως αντίπαλο αλλά ως δυνάμει σύμμαχο, να ενωθούμε και να αγωνιστούμε.

Α ! και να αγαπάμε , να ερωτευόμαστε , να παρασυρόμαστε, να χαμογελάμε, να χαιρόμαστε την ζωή και τις χαρές της ( και αυτά τα λέει ένας που δύσκολα χαμογελά – κακώς-. αλλά που θέλει να χαρεί, όταν μάλιστα έχει το χαμόγελο μπροστά του ...)

Είναι προτιμότερο να κοιτάξουμε μέσα, πολύ βαθιά μέσα μας και, ποιος ξέρει, ίσως αποκτήσουμε καλύτερα μάτια, να βλέπουμε δηλαδή καθαρά.

Μη λησμονούμε ότι ο έρωτας είναι η απάντηση σε όλες τις ερωτήσεις, ακόμη και σ’ αυτές που δεν γνωρίζουμε.

Ας βοηθήσει, λοιπόν, ο έρωτας, αν υπάρχει ακόμη.

Βεβαίως και υπάρχει.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου