Παρασκευή 4 Δεκεμβρίου 2020

Κατάμαυρα από απόβλητα των ελαιοτριβείων ποτάμια, λίμνες, χείμαρροι, κανάλια

 Κατάμαυρα από απόβλητα των ελαιοτριβείων ποτάμια, λίμνες, χείμαρροι, κανάλια

 Κάθε χρονιά τα ίδια, ρύπανση τοξική, επιβάρυνση  υδροφόρου ορίζοντα, ποταμών και θαλάσσης μια απαράδεκτη κατάσταση που πρέπει πρώτοι οι   ιδιοκτήτες των ελαιοτριβείων να ενδιαφερθούν για την ορθή οικολογική διαχείριση των αποβλήτων τους


Μια καταγγελία του «
Θοδωρής Τσίπας»  για την ρύπανση των αποστραγγιστικών καναλιών στον Πύργο και που αναφέρει σε ανάρτηση του:

  •  «Μαυρισμένα τα νερά σε όλα τα ρέματα και κανάλια όπως κάθε χρόνο τέτοια εποχή.

    Τυχαίο; Οι συγκεκριμένες φώτος  είναι από τη περιοχή της Αγίας Μαρίνας σε διαφορετικές μέρες.  Τι γίνεται με τα ελαιοτριβεία και την επεξεργασία των αποβλήτων τους, θα σταματήσει ποτέ αυτή η κατάσταση,θα κατανοήσουμε άραγε πόσο υποβαθμίζεται το περιβάλλον και ότι όλη αυτή η κατάσταση πέρα από το φυσικό περιβάλλον καταστρέφει τις ζωές μας και των νεώτερων γενιών. Ως πότε ;
    »


όπως
 και ανάλογη του Θεόδωρου Κόλλια/Theodoros Kollias από το Γιαννιτσοχώρι 

αποκαλύπτει το μέγεθος της ρύπανσης και θέτει ένα ερώτημα:

Που είναι οι ελεγκτικοί μηχανισμοί και οι υπηρεσίες  του Κράτους, της Περιφέρειας  και του Δήμου ?


Επίσης η ρύπανση (αέρια) αφορά και την λειτουργεία των πυρηνελαιουργείων στην περιοχή του Πύργου που πνίγουν και ρυπαίνουν την πόλη και τους κατοίκους αλλά αυτό είναι θέμα άλλου επόμενου άρθρου..

 Τα  μικρά  διάσπαρτα ελαιοτριβεία  πρέπει να


παραμείνουν διάσπαρτα ( γιατί υπάρχουν σχέδια δημιουργίας λίγων  υπερ-ελαιοτριβείων), ώστε να εξυπηρετούν γρήγορα κάθε μικρό και μεγάλο παραγωγό, αλλά απαραιτήτως να εκσυγχρονιστούν ταυτόχρονα σε δύο επίπεδα:

1) Να περιορίζουν και να επεξεργάζονται τα απόβλητά τους και

2) Να παράγουν υψηλότερης ποιότητας ελαιόλαδο, που είναι ένα μεγάλο πλεονέκτημα για τη χώρα μας.

Τα υγρά απόβλητα των ελαιοτριβείων αποτελούν έναν σημαντικό παράγοντα ρύπανσης και για το λόγο αυτό η διαχείρισή τους έχει βρεθεί στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος των επιστημόνων, των τοπικών και κρατικών αρχών, αλλά και των τοπικών κοινωνιών.


Στην Ηλεία τα διαχρονικά  θύματα  είναι τα ποτάμια μας (Αλφειός, Πηνειός, Νέδα κλπ), οι Λίμνες, τα αποστραγγιστικά κανάλια και κατ’ επέκταση ο θαλλασσές μας, για τους οποίους είμαστε όλοι υπεύθυνοι.

Οι ιδιοκτήτες των ελαιοτριβείων πρέπει πρώτοι να ενδιαφερθούν για την ορθή οικολογική διαχείριση των αποβλήτων τους και πρέπει το κράτος να τους βοηθήσει και να τους επιδοτήσει

 Είναι σίγουρα προς το συμφέρον τους να μη δυσφημίζουν την ίδια τους την επιχείρηση, να προστατεύουν το περιβάλλον και να μη δίνουν αφορμές σε όσους έχουν λόγους να θέλουν να καταργήσουν τον αποκεντρωμένο χαρακτήρα των ελαιοτριβείων με στόχο τον απόλυτο έλεγχο της ελαιοπαραγωγής και το κέρδος. Η βελτίωση της λειτουργίας των ελαιοτριβείων θα είναι προς όφελος της κάθε τοπικής οικονομίας, αλλά και της ποιότητας του παραγόμενου προϊόντος.

Στη Ηλεία  λειτουργούν δεκάδες ελαιοτριβεία  που είναι διάσπαρτα και αυτό δυσκολεύει τη διαχείριση των αποβλήτων τους. Το σημαντικότερο κατάλοιπό τους είναι ο κατσίγαρος

 Ο κατσίγαρος έχει τη ιδιαιτερότητα να περιέχει αυξημένο ρυπαντικό φορτίο λόγω της παρουσίας, στη σύστασή του, τοξικών ουσιών (φαινόλες) και υψηλού οργανικού φορτίου. Επιβαρύνει ρυπαντικά τον υδροφόρο ορίζοντα ενώ η πλήρης επεξεργασία του απαιτεί σύγχρονη μέθοδο επεξεργασίας των λυμάτων των ελαιοτριβείων και βασίζεται στη χρήση μεμβρανών. Ωστόσο, είναι μία ιδιαίτερα κοστοβόρα διαδιακασία ειδικά για τα ελαιοτριβεία μικρής δυναμικότητας που δεν διαθέτουν ασφαλείς μεθόδους επεξεργασίας αποβλήτων.


Στην περίπτωση των υγρών αποβλήτων των ελαιοτριβείων και στα πλαίσια της κυκλικής οικονομίας δρομολογείται ως εναλλακτική λύση η χρήση του κατσίγαρου ως λιπάσματος. Η λίπανση του εδάφους με κατσίγερο εφαρμόζεται εδώ και είκοσι χρόνια σε άλλες ελαιοπαραγωγές χώρες. Τα στερεά απόβλητα μπορούν να κατευθυνθούν στην παραγωγή προϊόντων ζωοτροφών για τις οποίες η χώρα μας δαπανά 2 δις για την εισαγωγή τους από άλλες χώρες.

Η πλειονότητα των ελαιουργείων που λειτουργούν στην Ελλάδα είναι φυγοκεντρικά τριών φάσεων που περιβαλλοντικά δεν είναι και ότι καλύτερο. Διατηρούνται επίσης μερικά πιεστικά παλαιού τύπου. Τα ελαιουργεία δύο φάσεων δεν έχουν διαδοθεί πολύ στη χώρα μας κυρίως λόγω του ημιστερεού αποβλήτου που παράγουν, το οποίο δεν είναι εύκολα επεξεργάσιμο στα πυρηνελαιουργεία

Η κύρια περιβαλλοντική παράμετρος που συνδέεται με τη λειτουργία των ελαιουργείων στην Ελλάδα, είναι τα παραγόμενα υγρά απόβλητα (κατσίγαρος). Ο  κατσίγαρος παράγεται από ελαιουργεία  που χρησιμοποιούν φυγοκεντρικούς διαχωριστήρες τριών φάσεων, τα οποία όπως προαναφέραμε είναι και τα πολυπληθέστερα στον ελλαδικό χώρο. Το στερεό υπόλειμμα (πυρηνόξυλο) της συγκεκριμένης παραγωγικής διαδικασίας μπορεί να εκληφθεί ως χρήσιμο παραπροϊόν, αφού αποτελεί την πρώτη ύλη των πυρηνελαιουργείων.

Η υπάρχουσα νομοθεσία προβλέπει τη δημιουργία, δίπλα στα ελαιοτριβεία, δεξαμενών καθιζήσεως όπου πρέπει να οδηγείται ο κατσίγαρος για να «καθίσουν» τα πιο στερεά υπολείμματα και ταυτόχρονα να γίνεται εξουδετέρωση της οξύτητας με υδράσβεστο. Η απουσία ελέγχων και επιβολής κυρώσεων, εν ονόματι της  τοπικής οικονομικής ανάπτυξης και της ελαιοπαραγωγής, καθώς επίσης η ελαστική συνείδηση ή η αδιαφορία των τοπικών παραγόντων, επιτρέπουν την ανεξέλεγκτη απόρριψη των αποβλήτων στους φυσικούς αποδέκτες (ρέματα, χειμάρρους, ποταμούς, λίμνες, θάλασσα) με όλα τα ορατά και αόρατα αποτελέσματα.

Οι  ελαιουργικές μονάδες είναι υποχρεωμένες να τηρούν τις υποχρεώσεις των περιβαλλοντικών επιπτώσεων και να λαμβάνουν μέτρα προστασίας της δημόσιας υγείας. Στην περίπτωση αδράνειας λήψης μέριμνας με αποτέλεσμα τη ρύπανση των υδάτων και του εδάφους της περιοχής, οι πολίτες πρέπει να οργανωθούν και να αξιοποιούν το δικαίωμα της καταγγελίας και οι αρχές να εξετάζουν άμεσα τις επιπτώσεις και τη λήψη μέτρων.

Η ποσότητα των ελαιουργικών αποβλήτων είναι ανάλογη με την ακολουθητέα μέθοδο επεξεργασίας του ελαιόκαρπου και της παραλαβής του ελαιόλαδου. Υπάρχουν τρεις διαφορετικές επεξεργασίες παραλαβής ελαιόλαδου: η παραδοσιακή (με πίεση), η τριφασική (τρεις φάσεις επεξεργασίας) και η διφασική (δύο φάσεις επεξεργασίας). Για να γίνει κατανοητό πώς προκύπτει το όλο πρόβλημα, πρέπει να κάνουμε μία συνοπτική αναφορά στην παραγωγή του ελαιόλαδου.

Μετά την άλεση, η ελαιοζύμη αναμιγνύεται στο μαλακτήρα με την προσθήκη ζεστού νερού. Η μάλαξη αποτελεί βασικό στάδιο της επεξεργασίας και συντελεί στη συνένωση των μικρών ελαιοσταγονιδίων με μεγαλύτερες σταγόνες λαδιού. Για τη διευκόλυνση της διαδικασίας η ελαιοζύμη θερμαίνεται στους 28-30ºC. Στο μαλακτήρα προστίθεται νερό μέχρι και 100% της ποσότητας της ελαιοζύμης, πριν την εξαγωγή του ελαιόλαδου σε διφασικό ή τριφασικό φυγοκεντρικό σύστημα.

Η παραδοσιακή μέθοδος της πίεσης και η διαδικασία των τριών φάσεων παράγουν το παρθένο ελαιόλαδο και δύο τύπους αποβλήτων: τα υγρά απόβλητα (κατσίγαρος ή κατσίγερος) και τα στερεά απόβλητα (ελαιοπυρήνας).

Η παραδοσιακή μέθοδος είναι μια ασυνεχής διαδικασία (batch type process), που διαφοροποιείται σε δύο φάσεις με την πίεση των αλεσμένων καρπών. Η υγρή φάση (μίγμα νερού/λαδιού) διαχωρίζεται αργότερα, προκειμένου να ληφθεί το ελαιόλαδο. Υπολογίζεται ότι από 1.000 kg καρπού παράγονται περίπου 350 kg ελαιοπυρήνα με περιεκτικότητα σε υγρασία 25% και περίπου 450 kg υγρά απόβλητα (απόνερα). Εντούτοις, αν και είναι πιο οικολογική, η τεχνική αυτή είναι ασυνεχής, γεγονός που αποτελεί μειονέκτημα για τη σύγχρονη βιομηχανία.

Το κύριο μειονέκτημα της τριφασικής μεθόδου είναι οι μεγάλες ποσότητες ύδατος που απαιτούνται και συνεπώς η παραγωγή σημαντικού όγκου υγρών αποβλήτων, που προκαλούν ρύπανση. Υπολογίζεται ότι από 1.000 kg καρπό, παράγονται 500 kg ελαιοπυρήνα με περιεκτικότητα σε υγρασία 50% και 1.200 kg υγρά απόβλητα. Εδώ αξίζει να τονίσουμε ότι η ποιότητα του παραγόμενου ελαιολάδου υποβαθμίζεται με την προσθήκη νερού κατά την επεξεργασία της ελαιομάζας. Το ιδανικό ελαιοτριβείο θα ήταν αυτό που δεν θα χρησιμοποιούσε καθόλου νερό κατά την επεξεργασία.

Πριν από λίγα χρόνια εμφανίστηκε στην αγορά το διφασικό σύστημα, αποκαλούμενο και “οικολογικό σύστημα”. Σε αυτή τη διαδικασία τα τελικά προϊόντα είναι το ελαιόλαδο και ο ελαιοπυρήνας, στον οποίο ενσωματώνονται τα απόνερα. Το σημαντικότερο πλεονέκτημα του συστήματος είναι η μειωμένη κατανάλωση νερού και η έλλειψη υγρών αποβλήτων. Υπολογίζεται ότι κατά την επεξεργασία 1.000 kg καρπού παράγονται 800 kg περίπου υγρής ελαιοπυρήνας.

Οι φωτογραφίες είναι των Θοδωρής Τσίπας και Theodoros Kollias και άλλων..

Με στοιχεί από το ΟΙΚΟΣΥΛ και anagnostis

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου